Ακαδημαϊκή διδακτική εμπειρία αξίας 300 ευρώ

Ιδιαίτερα μετά το 2010, οι μνημονιακές πολιτικές των πολιτικών ηγεσιών του Υπουργείου Παιδείας,  μεταξύ πολλών άλλων,
επέφερε δραματική μείωση του αριθμού των διδασκόντων των πανεπιστημίων, ως αποτέλεσμα της μηδενικής αναπλήρωσης των συνταξιοδοτηθέντων μελών ΔΕΠ, της ανύπαρκτης προκήρυξης νέων θέσεων και της ελάχιστης χορήγησης πιστώσεων για διδάσκοντες με βάση το ΠΔ407/80.
Έτσι, όλα τα πανεπιστήμια αντιμετωπίζουν ανυπέρβλητα προβλήματα λειτουργίας, αδυνατώντας να καλύψουν σε αρκετές περιπτώσεις στοιχειώδεις εκπαιδευτικές ανάγκες. Η κατάσταση αυτή σε συνδυασμό με την περικοπή των δαπανών των ΑΕΙ δημιουργούν πλέον καθεστώς ασφυξίας στην ανώτατη εκπαίδευση.

Στο πρόβλημα της έλλειψης ακαδημαϊκού προσωπικού των πανεπιστημίων η Κυβέρνηση «απαντάει» με ένα πρόγραμμα ΕΣΠΑ, που απευθύνεται σε νέους επιστήμονες κατόχους διδακτορικού, προσφέρει μηναίο μισθό 300€ καθαρά και αφορά τη διδασκαλία ενός και μόνο εξαμηνιαίου μαθήματος σε προπτυχιακό ή μεταπτυχιακό επίπεδο με σκοπό την «απόκτηση ακαδημαϊκής διδακτικής εμπειρίας».
Με τον τρόπο αυτό ανοίγει διάπλατα ο δρόμος για την κυριαρχία στο άμεσο μέλλον των «μαύρων μορφών» εργασίας στην διδασκαλία και στην εκπαίδευση, ενώ σταδιακά θα «καθίσταται» περιττή η προκήρυξη νέων οργανικών θέσεων.
Με πρόφαση την διδασκαλία ενός μαθήματος ανά νέο/α επιστήμονα δημιουργείται το αδιανόητο για τα ακαδημαϊκά δεδομένα γεγονός «αμοιβή ανά μάθημα» (με το «κομμάτι»), όπως συμβαίνει στα ιδιωτικά ΙΕΚ και κολέγια.
Η διδασκαλία ενός μαθήματος και η μη συμμετοχή  στις ερευνητικές δραστηριότητες του Ιδρύματος αποκόπτει πλήρως την έρευνα από τη διδασκαλία, ακυρώνει τον επικαλούμενο σκοπό «απόκτηση ακαδημαϊκής διδακτικής εμπειρίας», υπονομεύει τον ακαδημαϊκό χαρακτήρα των Ανώτατων Ιδρυμάτων και οδηγεί σε μερική «ΙΕΚοποίηση» του Πανεπιστημίου.
Η κάλυψη βασικών λειτουργιών των Ιδρυμάτων (όπως η διδασκαλία, η έρευνα, οι εξοπλισμοί) με χρηματοδότηση Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων (π.χ. ΕΣΠΑ), που έχουν ημερομηνία λήξης, εδραιώνει την εγκατάλειψη της δημόσιας χρηματοδότησής τους και επιβάλλει, μετά τη λήξη των προγραμμάτων, την αναζήτηση «άλλων πόρων» εκτός δημοσίου, όπως κυνικά προτείνεται από την «Επιτροπή Εθνικού και Κοινωνικού Διαλόγου για την Παιδεία».

Όπως σημειώνει το Δίκτυο Πανεπιστημιακών, το φαινόμενο της ελαστικής εργασίας στα πανεπιστήμια είναι ήδη πραγματικότητα στους τομείς της φύλαξης, της καθαριότητας, στα ερευνητικά προγράμματα κ.λπ.
Μήπως έτσι λύθηκε κανένα πρόβλημα ή επιδεινώθηκαν ακόμα περισσότερο; Είναι το ίδιο έργο που παίζεται σε όλους τους τομείς της κοινωνίας μας.
Έτσι, στους άνεργους πτυχιούχους - ή μη - νεολαίους προσφέρουν τα voucher, την τετράμηνη απασχόληση κ.λπ αντί της μόνιμης και σταθερής δουλειάς.

Όχι μόνο για τους... νέους

Όμως, η επιβολή των νέων σχέσεων εργασίας δεν αφορά μόνο αυτούς στους οποίους εφαρμόζεται άμεσα αλλά θα επηρεάσει σημαντικά στο άμεσο μέλλον το περιεχόμενο και τους όρους εργασίας όλων των πανεπιστημιακών.
Δεν έχει παρά να ρίξει κάποιος μια ματιά σε όλους τους εργασιακούς χώρους στους οποίους έγινε εισαγωγή τέτοιων θέσεων εργασίας.
Η «εξαγορά» της σιωπής των εργαζόμενων, που δούλευαν με σχετικά σταθερές θέσεις, στην εισαγωγή των νέων σχέσεων, στο όνομα του ότι δεν θα πειραχτούν, πολύ γρήγορα ξεχάστηκε και βρέθηκαν και αυτοί στο στόχαστρο.
Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να δει κανείς και τα πορίσματα της Έκθεσης του Προέδρου της Επιτροπής Εθνικού και Κοινωνικού Διαλόγου για την Παιδεία, Αντώνη Λιάκου, η οποία  αποτελεί το λεξικό των περικοπών και της ιδιωτικοποίησης και στην οποία τονίζεται ότι «με δεδομένη την ανεπάρκεια των δημόσιων πόρων για την ανώτατη εκπαίδευση, το Υπουργείο Παιδείας θα πρέπει να αναλάβει τις πρωτοβουλίες και να προωθήσει τις πολιτικές εκείνες που θα δώσουν στα ΑΕΙ τη δυνατότητα να εξασφαλίσουν ίδιους πόρους τόσο από εξωτερικές όσο και από εσωτερικές πηγές».
Σύμφωνα με τον Α. Λιάκο «οι εξωτερικές πηγές αφορούν κατά κύριο λόγο τους πόρους που προέρχονται από ερευνητική δραστηριότητα, από παροχή υπηρεσιών και από συνεργασίες των ΑΕΙ με φορείς του δημόσιου τομέα (κοινωνικούς/πολιτιστικούς/παραγωγικούς φορείς σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο) καθώς επίσης και με φορείς του ιδιωτικού τομέα (από τον χώρο των επιχειρήσεων και της βιομηχανίας), ενώ οι εσωτερικές πηγές αφορούν κατά κύριο λόγο τους πόρους που προέρχονται από εκπαιδευτικές δραστηριότητες εκτός τυπικού προγράμματος ή/και τυπικού χρόνου σπουδών (δραστηριότητες δια βίου μάθησης και κατάρτισης, θερινά σχολεία κλπ.), τους πόρους που προέρχονται από δίδακτρα από προπτυχιακά προγράμματα σπουδών που απευθύνονται αμιγώς σε ξένους φοιτητές εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα έσοδα που προέρχονται από την αξιοποίηση και αποτελεσματική διαχείριση της περιουσίας των ιδρυμάτων, τα έσοδα που προέρχονται από την αξιοποίηση των αποτελεσμάτων καινοτομίας που παράγονται από τα ΑΕΙ μέσα από την επιστημονική δραστηριότητά τους και τις γενικότερες καινοτομικές πρωτοβουλίες που αναπτύσσουν. http://www.efsyn.gr