Όσμουντ Μποπεράτσι: Ο αληθινός «Ιντιάνα Τζόουνς» ανακαλύπτει χαμένα Eλληνικά βασίλεια στη Βακτρία και την Ινδία

Ο δρ Όσμουντ Μποπεράτσι είναι καθηγητής των Πανεπιστημίων Σορβόννης και Μπέρκλεϊ,
διευθυντής του Τμήματος Αρχαιολογίας «Ελληνισμός και Πολιτισμοί της Ανατολής» του Γαλλικού Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών (CNRS-ENS).
Εδώ και δεκαετίες ερευνά τον ευρύτερο χώρο Ινδίας-Πακιστάν-Αφγανιστάν και οι ανακαλύψεις του για τον πραγματικά απέραντο και άγνωστο κόσμο των αρχαίων Ελληνιστικών βασιλείων της περιοχής, διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου είναι πραγματικά συγκλονιστικές.
Γιατί ο αληθινός «Ιντιάνα Τζόουνς» δεν πήγε τελικά στην Αίγυπτο και στην Συρία να ανακαλύψει… ανύπαρκτους «θησαυρούς των Σταυροφόρων», αλλά στην αρχαία Βακτρία και Ινδία όπου ανακάλυψε έναν απέραντο χαμένο Ελληνικό κόσμο.
Ένας ολόκληρος χαμένος και άγνωστος Ελληνικός κόσμος. Μία «άλλη αρχαία Ελλάδα», μία χερσαία «Ατλαντίδα», την οποία ανακαλύπτει ένας ξένος και με δέος και θαυμασμό αναγνωρίζει το μεγαλείο του ελληνισμού.
Ένα ανεκτίμητης αξίας χρυσό νόμισμα που «φωτογραφίζει» τη μάχη του μεγάλου στρατηλάτη με τον Πώρο και αποτελεί το πρώτο «πορτρέτο» του, βρέθηκε από τον δρα Όσμουντ Μποπεράτσι, που ερευνά περιοχές όπως το Αφγανιστάν και το Πακιστάν, φέρνοντας στο φως ολόκληρα βασίλεια.
Οι αρχαίοι δεν είχαν φωτογραφίες, είχαν όμως τους δικούς τους τρόπους «απεικόνισης» σημαντικών ιστορικών γεγονότων. Ένα τέτοιο «ενσταντανέ σε μέταλλο», ίσως αποτελεί χρυσό νόμισμα με τη μάχη ανάμεσα στον Μέγα Αλέξανδρο και τον Πώρο, στις όχθες του ποταμού Υδάσπη.
Ανεκτίμητο από πολλές απόψεις είναι αυτό το μοναδικό σωζόμενο χρυσό νόμισμα με το «πορτρέτο» του Αλεξάνδρου, που κυκλοφόρησε κατά τη διάρκεια της ζωής του μεγάλου στρατηλάτη. Το έχει εντοπίσει ο δρ Οσμουντ Μποπεράτσι (Osmund Bopearachchi).
Γεννημένος στη Σρι Λάνκα, με ακαδημαϊκές σπουδές στη Γαλλία και με πολύχρονες έρευνες σε βασίλεια της Βακτριανής και της Ινδίας, όπου κάποτε βασίλευσαν απόγονοι ή απόγονοι συμμάχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο «Ιντιάνα Τζόουνς» δρ Μποπεράτσι είναι καθηγητής των Πανεπιστημίων Σορβόννης και Μπέρκλεϊ, διευθυντής του Τμήματος Αρχαιολογίας «Ελληνισμός και Πολιτισμοί της Ανατολής» του Γαλλικού Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών (CNRS-ENS).
Εννιά βιβλία, πολλά άρθρα και πολλές ομιλίες είναι το αποτέλεσμα της επιστημονικής δουλειάς του. Όμως, ταυτοχρόνως, αναζητά αρχαιολογικούς θησαυρούς και μάλιστα εν μέσω τεράστιων δυσκολιών.
Η παρουσία του σε ταραχώδεις περιοχές του Αφγανιστάν και του Πακιστάν τον συνδέει με την ανακάλυψη νομισμάτων, που φέρουν ονόματα άγνωστων έως πρότινος Ελληνο-ινδών βασιλιάδων, με τον εντοπισμό αρχαίων Ελληνικών πόλεων, με τη μελέτη της ελληνικής επιρροής στα βασίλεια αυτά, καθώς και με την εξερεύνηση ενός θησαυρού νομισμάτων 4 τόνων και κοσμημάτων 250 κιλών, από τους μεγαλύτερους που έχουν βρεθεί ποτέ.
Ο δρ Μποπεράτσι ήρθε πρόσφατα στην Ελλάδα για να εγκαινιάσει την έκθεση «Τα ελληνικά βασίλεια της Βακτρίας και της Ινδίας» στο Νομισματικό Μουσείο, που θα διαρκέσει έως τις 16 Ιουνίου 2014.
Όπως επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για το χρυσό αναμνηστικό μετάλλιο, είναι σίγουρος ότι κόπηκε μετά τη Μάχη του Υδάσπη Ποταμού και την ήττα του Ινδού βασιλιά Πώρου.
Θα πρέπει να υπήρχαν κι άλλα τέτοια μετάλλια με το ίδιο πορτρέτο, που διανεμήθηκαν μεταξύ των στρατηγών του. Λέει πως είναι το πρώτο πορτρέτο του Μεγάλου Αλεξάνδρου που απεικονίζει τον Μακεδόνα βασιλιά να φέρει στην κεφαλή τη δορά ενός ελέφαντα (σύμβολο της Ινδίας), ενώ διακρίνονται η αιγίδα της Γοργόνας και το κέρατο του Διός Άμμωνος.
Ωστόσο, η γνησιότητά του έχει αμφισβητηθεί από ορισμένους ερευνητές, τέσσερις για την ακρίβεια, όπως αναφέρει ο ίδιος ο δρ Μποπεράτσι. Εκείνος, όμως, έχει στο πλευρό του σημαντικότατους ιστορικούς, όπως ο Αντριου Στιούαρτ και ο Φρανκ Χολτ, τα αποτελέσματα από όλες τις αναλύσεις του μετάλλου, φυσικά και τις γνώσεις του επί της νομισματικής.
«Στη Μάχη του Υδάσπη το 326 π.Χ., ο Αλέξανδρος είχε να αντιμετωπίσει έναν στρατό από 250.000 ελέφαντες, οι οποίοι έρχονταν κατά μέτωπο», εξηγεί. «Ο ίδιος δεν είχε ελέφαντες, παρά μόνο ιππικό.
Έκανε λοιπόν κάτι πολύ ευφυές: Ένα τμήμα του ιππικού επιτέθηκε στη μέση και άλλα δύο από τα πλάγια. Οι ελέφαντες μέσα στη σύγχυσή τους άρχισαν να κάνουν σαν τρελοί, πετώντας και ποδοπατώντας τους Ινδούς στρατιώτες. Δεν μπορείς να αντιμετωπίσεις ελέφαντες αν δεν είσαι ιδιοφυΐα και ο Αλέξανδρος ήταν».
Και αυτή είναι μία πολύ σημαντική δήλωση από έναν αρχαιολόγο-ιστορικό τέτοιου βεληνεκούς, διότι στις μέρες μας, δυστυχώς, έφθασε να ακουστεί ακόμα και το... ανήκουστο ότι ο Μ. Αλέξανδρος δεν σχεδίαζε ο ίδιος τις μάχες του...
Το νόμισμα εντοπίσθηκε το 1992 σε έναν σωρό νομισμάτων 4 τόνων, που αποτελούνταν από 550.000 νομίσματα (από τον 5ο αι. π.Χ. έως και τον 2ο αι. μ.Χ.), καθώς και από άλλα αντικείμενα, χρυσά, επίχρυσα, ασημένια.
Αυτός ο θησαυρός αναδύθηκε μέσα από ένα μεγάλο πηγάδι στο χωριό Mir Zakah του ανατολικού Αφγανιστάν. Αλλά 30.000 νομίσματα από το ίδιο πηγάδι είχαν ανελκυσθεί το 1947.
Κατέληξαν στο Εθνικό Μουσείο της Καμπούλ, από όπου εκλάπησαν το 1993 με την καταστροφή του. Αρκετά «παράλληλα» νομίσματα βρίσκονται στο γιαπωνέζικο μουσείο «Μίχο» το οποίο δεν έχει πάντοτε ξεκάθαρη προέλευση των αποκτημάτων του.
Ο ερευνητής πήγε το 1944 στο παζάρι του Πεσαβάρ, στο Πακιστάν, όταν οι πρώτοι σάκοι με τα νομίσματα και τα άλλα αντικείμενα του θησαυρού θα κατέφθαναν. Βρέθηκε μπροστά σε μια «βροχή» από νομίσματα.
Υπό κατάσταση εξαιρετικής πίεσης, άρχισε να τα ταξινομεί σε ομάδες, ανάλογα με τις κοπές τους: ινδικά, ελληνικά, ινδο-ελληνικά, ινδό-σκυθικά, της δυναστείας των Κουσάν. Το χρυσό μετάλλιο βρέθηκε σε αυτόν τον θησαυρό και το δημοσίευσε. Σήμερα ανήκει σε συλλέκτη, ο οποίος σκοπεύει κάποια στιγμή να το δωρίσει σε μουσείο.
Ο δρ Μποπεράτσι έχει κι άλλα εκπληκτικά πράγματα να διηγηθεί. Μεταξύ αυτών, η ανακάλυψη αρχαίων ελληνικών πόλεων σε περιοχές του Πακιστάν, όπως εκείνη που εντοπίστηκε συμπτωματικά από τον ίδιο στο χωριό Σαράι Σαλέχ του Χαριπούρ.
«Βρισκόμουν στο παζάρι του Πεσαβάρ όταν έμαθα ότι βρέθηκε ένας θησαυρός στο Σαράι Σαλέχ.
Είχαν αρχίσει οι εκσκαφές για το χτίσιμο του τάφου ενός μουλά, όταν η μπουλντόζα χτύπησε κάτι μεταλλικό, ένα δοχείο μέσα στο οποίο βρίσκονταν 2.500 νομίσματα - τα περισσότερα από τα οποία κατάφερα να δημοσιεύσω. Μόλις πήγα στην περιοχή κατάλαβα ότι πρόκειται για Ελληνο-ινδική πόλη.
Απευθύνθηκα άμεσα στους συναδέλφους μου στο πανεπιστήμιο του Πεσαβάρ και τους πρότεινα να ξεκινήσουν ανασκαφές, κάτι που έγινε.
Και πράγματι, βρέθηκε μια Ελληνο-ινδική πόλη, που χρονολογείται μεταξύ 2ου αι. π.Χ. και 1ου αι. μ.Χ., με κεραμική και κτίρια παρόμοια με εκείνα που υπάρχουν στην πόλη Τάξιλα, η οποία ανασκάφτηκε τη δεκαετία του '30 από τον Σερ Τζον Μάρσαλ», αναφέρει.
Οι έρευνες μέσω νομισμάτων του δρ Μποπεράτσι τον έχουν οδηγήσει στην αποκάλυψη ονομάτων δεκάδων Ελλήνων βασιλιάδων, άγνωστων μέχρι πρόσφατα, που κυβέρνησαν έως τα τέλη του 1ου αι. π.Χ. στη Βακτρία και στην Ινδία, δηλαδή βόρεια και νότια του Ινδικού Καυκάσου (Αφγανιστάν και Πακιστάν).
Όπως εξήγησε ο ίδιος στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, «ερευνώντας τα νομίσματα, ανακύπτουν συνολικά 45 ηγεμόνες, όπως ο Λυσίας, ο Στράτων, ο Απολλόδωτος, ο Ιππόστρατος και ο Ηλιόδοτος, καθώς τα ονόματά τους είναι γραμμένα σε αυτά».
Οι βασιλιάδες της Βακτρίας «έκοβαν» νομίσματα στην ελληνική γραφή, καθώς οι λαοί της περιοχής γνώριζαν και μιλούσαν ελληνικά.
Τα νομίσματα που κυκλοφόρησαν νότια του Ινδικού Καυκάσου έφεραν δίγλωσσες επιγραφές: Ελληνικά στην εμπρόσθια όψη και Πράκριτ, δηλαδή αρχαία ινδικά, στην οπίσθια, καθώς οι λαοί της περιοχής δεν μιλούσαν ελληνικά.
Ο Ελληνικός πολιτισμός είχε τεράστια επίδραση στους λαούς της περιοχής (σημερινό Αφγανιστάν, Πακιστάν, Ουζμπεκιστάν, Τατζικιστάν κλπ.).
«Ακόμα και όταν η ελληνική ισχύς στην Ινδία ήρθε στο τέλος της (περίπου το 20 μ.Χ.), το ελληνικό αλφάβητο χρησιμοποιήθηκε για ακόμα δύο αιώνες. Επιπλέον, από την ελληνική μυθολογία ο βουδισμός δανείστηκε θεούς, όπως ο Ηρακλής και ο Διόνυσος.
Οι Έλληνες είχαν τεράστια επίδραση στους λαού αυτούς, τόση που δεν μπορούμε να φανταστούμε», καταλήγει.
Για τη συγκεκριμένη μάχη υπάρχει και μια άλλη επετειακή κοπή, που έγινε στη Βαβυλώνα. Πρόκειται για τη σειρά «δεκάδραχμα του Πώρου» σε άργυρο.
Από αυτά τα δεκάδραχμα, ένα πωλήθηκε πριν από τρία χρόνια σε πλειστηριασμό.
«Θα πρέπει να παρήχθησαν σε μικρές οπωσδήποτε ποσότητες μεταξύ 326 και 324 π.Χ. - από τη μάχη στον Υδάσπη ποταμό έως την επιστροφή του εκστρατευτικού σώματος στη Βαβυλώνα», τονίζει ο κορυφαίος Έλληνας νομισματολόγος δρ Ιωάννης Τουράτσογλου στη μελέτη του «Συμβολή στην οικονομική ιστορία του βασιλείου της αρχαίας Μακεδονίας (6ος; 3ος αι. π.Χ.)».
Θεωρεί πως τα συγκεκριμένα νομίσματα συνιστούσαν «ειδικές αναμνηστικές εκδόσεις για τους παλαιοστρατιώτες της ινδικής εκστρατείας -αριστεία, τρόπον τινά- προς επιβράβευση εξαιρετικών υπηρεσιών στο πεδίο των μαχών».
Στη μία όψη του αργυρού τετράδραχμου παρουσιάζεται ο Αλέξανδρος έφιππος να κυνηγά εχθρούς στην πλάτη ενός ελέφαντα. Στην πίσω όψη, ο Αλέξανδρος απεικονίζεται και ως θεός και ως θνητός.
Φορά περικεφαλαία με φτερά, είναι ζωσμένος το σπαθί του και στο ένα χέρι κρατά δόρυ, ενώ στο άλλο τον κεραυνό του Δία. Είναι σαν να παρουσιάζεται σε δίπτυχο το πριν και το μετά τη μάχη.
defencenet