Τα κουπόνια των επιτήδειων και των απελπισμένων

«Και γιατί όχι;». Μ’ αυτές τις τρεις απολύτως αφοπλιστικές λέξεις η Α.Π. απαντά στο ερώτημα γιατί δέχεται να πληρώνεται με κουπόνια αντί για χρήματα. Και γιατί όχι - όταν η ανεργία βρίσκεται σε
δυσθεώρητα ύψη. Και γιατί όχι - όταν η απλήρωτη εργασία τείνει να γίνει ο κανόνας. Και γιατί όχι - όταν οι μειώσεις μισθών είναι στην ημερήσια διάταξη.
«Γιατί είναι παράνομο; Γιατί παραβιάζει τα δικαιώματά σου;» - οι αιτίες που επικαλούμαι για να πει ένα σκέτο «όχι» στο αφεντικό της η Α.Π. τής προκαλούν ένα χειμαρρώδες γέλιο.
Η Α.Π. εργάζεται σ’ ένα από τα μεγαλύτερα και ιστορικά καταστήματα του κέντρου της Αθήνας. Από τα 800 ευρώ που ήταν ο μισθός της, τους τελευταίες 6 μήνες πληρώνεται τα 200 σε κουπόνια για αγορές τροφίμων σε σούπερ μάρκετ.
«Δεν νομίζω ότι είχαμε άλλες εναλλακτικές. Μας το ανακοίνωσε, το δεχτήκαμε» λέει η Α.Π. «Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ταπείνωση από την ανεργία. Οσο μένεις μέσα στην αγορά εργασίας, κάτι κάνεις - ακόμα και με τρισάθλιους όρους». Η Α.Π. είναι 56 χρόνων, μητέρα δύο παιδιών. «Μια απόλυση για μένα θα ήταν θανατική καταδίκη». Ακριβώς το ίδιο ισχύει και για τους συναδέλφους της.
Στον δημοσιογραφικό χώρο, που χρόνια τώρα μοιάζει με σωρό ερειπίων, μια θέση εργασίας είναι σπάνια. Κακοπληρωμένη, απλήρωτη, εκ περιτροπής, επισφαλής - μια όποια θέση. Ακόμα και μια θέση που για τις λέξεις του παίρνει κανείς σε αντάλλαγμα κουπόνια. Η Α.Θ. εργάζεται σε ιστορική εφημερίδα της Δεξιάς.
«Ημασταν απλήρωτοι επί μήνες, μας πρότειναν να εξοφλήσουν μέρος των δεδουλευμένων με κουπόνια. Κάποιοι δέχτηκαν, εγώ όχι. Το λένε απελπισία».
• Αναλυτικό ρεπορτάζ στην «Εφημερίδα των Συντακτών» που κυκλοφορεί.