Πιασμένοι στο δόκανο της φτώχειας

Η κατακρήμνιση των μισθών και η περιθωριοποίηση των μακροχρόνια ανέργων, μαζί με τη μετατροπή της
ελληνικής αγοράς εργασίας σε πεδίο άσκησης ευέλικτων μορφών απασχόλησης, επέφεραν, με όχημα τις μνημονιακές πολιτικές, τέτοια φτωχοποίηση της ελληνικής κοινωνίας, που πλέον το 48% των νοικοκυριών διαβιούν κάτω από το όριο της φτώχειας, ενώ το 20,9% αδυνατεί να καλύψει βασικές ανάγκες, ποσοστό που αυξάνεται στο 43,4% για τους ανέργους.
Στην έκθεση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ διατυπώνεται η «μαύρη» πρόβλεψη ότι ο δείκτης ανεργίας θα επανέλθει στα επίπεδα του 2008 (7,3% τον Μάιο εκείνης της χρονιάς) το 2036!
Είναι τέτοια η μετάλλαξη της αγοράς εργασίας, που και τότε θα μιλάμε για ευέλικτους απασχολούμενους με μικρότερο χρόνο εργασίας και πενιχρούς μισθούς.
Σύμφωνα με την έκθεση για την ελληνική οικονομία, που παρουσιάστηκε χθες κατά την πρώτη ημέρα του 36ου συνεδρίου της Εργατικής Συνομοσπονδίας στη Ρόδο, σε ποσοστό που κυμαίνεται κοντά στο 50% οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα λαμβάνουν μισθούς κάτω από 800 ευρώ (14,5% μέχρι 499 ευρώ, 22% μεταξύ 500-699 ευρώ και 13,5% μεταξύ 700-800 ευρώ), ενώ μόλις το 15,7% λαμβάνει μισθό άνω των 1.000 ευρώ (οι πάνω από 1.300 ευρώ ανέρχονται μόλις στο 5,9%).
Αυτό επέφερε σημαντική πτώση της αγοραστικής δύναμης του πραγματικού κατώτατου μισθού στην Ελλάδα, καθώς την περίοδο 2010-2015 σημειώθηκε μείωση κατά 24,7% και κατά 34,3% για τους νέους κάτω των 25 ετών.

Ποιος ευθύνεται

Οι εμπειρογνώμονες του ΙΝΕ ΓΣΕΕ κατέληξαν στο ότι η εφαρμογή των προγραμμάτων οικονομικής προσαρμογής, τα οποία διακρίνονται από τεράστιο έλλειμμα αναπτυξιακού πραγματισμού και υλοποιούνται με άξονες τη δημοσιονομική λιτότητα και την εσωτερική υποτίμηση, έχει προκαλέσει σοβαρές αρνητικές συνέπειες:
▣ Στην αγορά εργασίας
▣ Στο μακροοικονομικό σύστημα
▣ Στο χρηματοπιστωτικό σύστημα
▣ Στην ελληνική κοινωνία.

Η παγίδα της ευελιξίας

Εκείνο όμως που καταδεικνύεται από την ανάλυση των επιστημόνων του ΙΝΕ ΓΣΕΕ είναι ότι υφίσταται αρνητική συσχέτιση μεταξύ της παραγωγικότητας και των ευέλικτων μορφών απασχόλησης.
Ετσι, εύκολα συνάγεται το συμπέρασμα ότι η αναγκαία αύξηση της παραγωγικότητας δεν μπορεί να είναι αποτέλεσμα επέκτασης των ευέλικτων μορφών απασχόλησης, οι οποίες λειτουργούν σαν παγίδα που εγκλωβίζει πολλούς κλάδους σε έναν φαύλο κύκλο χαμηλής τεχνολογικής εξειδίκευσης, δεξιοτήτων χαμηλής έντασης και χαμηλής παραγωγικότητας.
Στην Ελλάδα της μνημονιακής κρίσης λοιπόν προκύπτει ότι το 2015 οι επιχειρησιακές Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας (ΣΣΕ) επικρατούν σχεδόν καθολικά, αντιπροσωπεύοντας το 94% του συνόλου των συλλογικών συμβάσεων.
Σε σύνολο 282 ΣΣΕ, οι 263 είναι επιχειρησιακές, μόνο οι 12 είναι εθνικές, κλαδικές ή ομοιοεπαγγελματικές, ενώ 7 είναι τοπικές ομοιοεπαγγελματικές.
Αντίστοιχα οι προσλήψεις μερικής απασχόλησης και εκ περιτροπής εργασίας, δηλαδή οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης, αυξάνονται διαχρονικά, με αντίστοιχη υποχώρηση των προσλήψεων πλήρους απασχόλησης.
Η ποσοστιαία αναλογία τους στο σύνολο των προσλήψεων μεταξύ 2009 και 2015 υπερδιπλασιάζεται.
Το 2009 οι προσλήψεις με ευέλικτες μορφές εργασίας αντιστοιχούσαν στο 21% του συνόλου των προσλήψεων, ενώ το 2015 αντιστοιχούν στο 55%.
Την περίοδο 2014-2015 οι νέες προσλήψεις μερικής απασχόλησης είναι αυξημένες κατά 19,6% και οι προσλήψεις για εκ περιτροπής εργασία κατά 45,6%. http://www.efsyn.gr