Η μελέτη, η οποία εστιάζει στην επίδραση του πληθωρισμού στις καταναλωτικές δαπάνες, αποκαλύπτει ότι η υπέρβαση των δαπανών είναι μεγαλύτερη στα νοικοκυριά που βασίζονται σε επιδόματα ανεργίας ή άλλα κοινωνικά βοηθήματα, με ποσοστά που φτάνουν έως και το 167,8% πάνω από το ετήσιο εισόδημα.
Συγκεκριμένα, το 2022 το 40,9% των νοικοκυριών δαπανούσε περισσότερα από ό,τι έβγαζε, σε σύγκριση με το 35,9% το 2020. Η μέση υπέρβαση δαπανών για αυτά τα νοικοκυριά ανήλθε στο 47,4%. Τα μονογονεϊκά νοικοκυριά με εξαρτώμενα τέκνα παρουσιάζουν την υψηλότερη υπέρβαση με ποσοστό 78,9%, ενώ τα φτωχά νοικοκυριά και το φτωχότερο 20% εμφανίζουν ποσοστά 78,8% και 73,8% αντίστοιχα.
Παράλληλα, η μελέτη επισημαίνει πως η υπέρβαση των δαπανών συνδέεται με πιθανή φοροδιαφυγή, καθώς το 25% των πλουσιότερων νοικοκυριών δηλώνει δαπάνες που υπερβαίνουν το εισόδημά τους. Σημαντικό είναι και το εύρημα ότι το 53% των νοικοκυριών που ανήκουν στο πλουσιότερο 10% και έχουν ως κύρια πηγή εισοδήματος περιουσιακά στοιχεία, όπως ενοίκια, δαπανούν περισσότερο από το εισόδημά τους.
Αντίθετα, τα νοικοκυριά με δύο ή περισσότερους ενήλικες παρουσιάζουν χαμηλότερα ποσοστά υπέρβασης, φτάνοντας το 28,7%, ενώ τα νοικοκυριά με κύρια πηγή εισοδήματος τις συντάξεις καταγράφουν ποσοστό 29,7%, γεγονός που υποδηλώνει μια προσαρμογή των ηλικιωμένων στο διαθέσιμο εισόδημά τους.
Το ΚΕΠΕ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η περίοδος του πληθωριστικού σοκ του 2021-2022 έπληξε δυσανάλογα τα φτωχά νοικοκυριά, διευρύνοντας την εισοδηματική ανισότητα. Για την αντιμετώπιση της κατάστασης, προτείνει διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις με στόχο την ενίσχυση του ανταγωνισμού στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών και την αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων.
www.dnews.gr