Κόβουν εξαγωγές σιτηρών Βουλγαρία και Ουγγαρία, 360 ευρώ η αγορά στο καλαμπόκι

Έσπασε τα ιστορικά υψηλά του 2008 η διεθνής αγορά σιτηρών τα τελευταία 24ωρα, με τη φυσική αγορά για άμεσες παραδόσεις να διαμορφώνεται στην περίπτωση της Ευρώπης σε 407 ευρώ ο τόνος για μαλακό σιτάρι, 360 ευρώ για καλαμπόκι και 355 ευρώ για κριθάρι.    Με τις τιμές αυτές γίνονταν οι διαπραγματεύσεις ως το κλείσιμο της Τρίτης 8 Μαρτίου η αγορά της Γαλλίας που λίγο έως πολύ λειτουργεί ως βασικός διαμορφωτής και των επιμέρους αγορών της Ευρώπης.

Με τον πόλεμο στην Ουκρανία να εξαντλεί πλέον και την δεύτερη εβδομάδα του και χωρίς να φαίνονται στον ορίζοντα πειστικά σημάδια κατάπαυσης του πυρός, η αποκλιμάκωση στις αγορές διατηρείται ως το λιγότερο ρεαλιστικό σενάριο, σε μια συγκυρία που έχει στρέψει τα βλέμματα των αγορών στην αδυναμία σποράς των εαρινών καλλιεργειών στην Ουκρανία. Η ανάγνωση της εξέλιξης αυτής γίνεται παράλληλα με το υψηλό κόστος στα λιπάσματα που δημιουργεί ανησυχίες για τις παραγωγές στις υπόλοιπες ζώνες αγροτικής παραγωγής της Ευρώπης. 

Πέρα από την ανοδική τάση, που προηγήθηκε της ρωσικής εισβολής της 24ης Φεβρουαρίου, το βασικό νέο στοιχείο των αγορών είναι και οι περιορισμοί στις εξαγωγές με την Ουγγαρία να έχει ήδη εκφράσει την πρόθεσή της αυτή, ενώ και η Βουλγαρία, βασικός προμηθευτής καλαμποκιού της Ελλάδας, προσανατολίζεται προς την κατεύθυνση αυτή, προκειμένου να περιορίσει τον αντίκτυπο των υψηλών τιμών στις ισορροπίες της εσωτερικής της αγοράς.

Σημειώνεται ότι η Βουλγαρία εξάγει περί τους 381.000 τόνους καλαμποκιού στην Ελλάδα ετησίως, ήτοι σχεδόν το 50% των συνολικών εισαγωγών της χώρας, με μια απόφαση που δεν μπορεί παρά να έχει άμεσες επιπτώσεις στις ισορροπίες της εγχώριας αγοράς.

Από την άλλη, η εταιρεία που διαχειρίζεται το κρατικό σιδηροδρομικό δίκτυο της Ουκρανίας, ανακοίνωσε ότι θα ξεκινήσει τις εξαγωγές σιτηρών εκ νέου, μεταφέροντας ποσότητες προς τη γειτονική Πολωνία και τη Ρουμανία, σε μια εξέλιξη που θα διοχέτευε περί τους 17.000 με 18.000 τόνους σιτηρών ημερησίως.

Σε αυτήν τη φάση, η εγχώρια βιομηχανία και μύλοι, που στην πλειονότητά τους βασίζονται για το 30% της πρώτης ύλης που μεταποιούν στις παραγωγές της Ουκρανίας και της Ρωσίας, δηλώνει ότι έχει καλύψει τις ανάγκες της, ωστόσο στην περίπτωση του μαλακού σίτου, οι αγορές γίνονται σε μηνιαίο επίπεδο, κάτι που σημαίνει ότι σύντομα θα χρειαστεί να πληρώσουν αυτά τα επίπεδα για να φέρουν ποσότητες που «είναι οριακά αλευροποιήσιμες» όπως σχολιάζει άνθρωπος της αγοράς. Το «matif» για τα σιτάρια της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας που φορτώνουν κανονικά στη Μαύρη Θάλασσα αυτές τις ημέρες, είναι 5 με 6 ευρώ χαμηλότερο.

Το ρεπορτάζ επιβεβαιώνουν και εκτιμήσεις του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, που υπολογίζουν στους 900.000 τόνους μαλακού σιταριού τις ανάγκες της χώρας, εκ των οποίων  οι 250.000 τόνοι, δηλαδή το 30%, εισάγονται από τη Ρωσία και την Ουκρανία, ενώ αν προστεθεί και η Μολδαβία το ποσοστό αυτό φτάνει στο 35%. Η Ελλάδα σε μαλακό σιτάρι παράγει μόνο το 10% των αναγκών της, σύμφωνα με στοιχεία που παρέθεσε πρόσφατα ο υπουργός Γιώργος Γεωργαντάς, αναφέροντας ότι προς το παρόν η εγχώρια αλευροβιομηχανία διαθέτει πρόσβαση σε εναλλακτικές αγορές.       www.agronews.gr