Πώς ο κορονοϊός... διέσωσε τα funds...

Η εξάπλωση του κορονοϊού οδήγησε σε μαζική έξοδο και ξεπούλημα στα διεθνή χρηματιστήρια τον Μάρτιο 2020 προκαλώντας τεράστιες απώλειες. Ως τις 23 Μαρτίου είχε εξανεμιστεί από τις μαζικές ρευστοποιήσεις χρηματιστηριακή αξία 6 τρισ. δολαρίων.

Ο σκιώδης τραπεζικός... τομέας και ειδικότερα τα μεγάλα funds της χρηματαγοράς, προκειμένου να αποπληρώσουν τους επενδυτές που έβγαιναν από τις θέσεις τους, πούλησαν τα ασφαλέστερα επενδυτικά τους προϊόντα, τα κρατικά ομόλογα.

Οι εταιρείες της σκιώδους τραπεζικής εξαρτώνται σημαντικά από τα κρατικά ομόλογα καθώς αυτά αποτελούν συνήθως το εχέγγυό τους για τον βραχυπρόθεσμο δανεισμό τους και τη μόχλευσή τους. Καθώς η αξία των ομολόγων υποχωρούσε, τα ιδρύματα της σκιώδους τραπεζικής αντιμετώπισαν σοβαρό πρόβλημα.
Ενώ έως τότε τα κρατικά ομόλογα θεωρούνταν ασφαλή όσο το ρευστό, το ξεπούλημα έδειξε ότι αυτό ισχύει μόνο για περιόδους σταθερών αγορών. Η χρηματιστηριακή αναταραχή ανέδειξε ακόμη το πόσο ισχυρή ήταν και παραμένει η σύνδεση σκιώδους τραπεζικού τομέα, επίσημων τραπεζών και πραγματικής οικονομίας καθώς και το πόσο μεγάλος είναι ο κίνδυνος της μετάδοσης μόλυνσης του ενός στους άλλους.

Μπροστά στον κίνδυνο ακόμη μιας κατάρρευσης του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού και οικονομικού συστήματος, οι κεντρικές τράπεζες παρενέβησαν διοχετεύοντας ρευστότητα για να σώσουν το σύστημα. Η ΕΚΤ ανακοίνωσε το έκτακτο πρόγραμμα ΡΕΡΡ αγοράς κρατικών και εταιρικών ομολόγων ύψους 1,85 τρισ. ευρώ και αυτό σταμάτησε την πτώση. Τα συνολικά προγράμματα στήριξης που υιοθέτησε η ΕΚΤ ήταν σχεδόν τριπλάσια των αντίστοιχων στην κρίση του 2008. Ο ισολογισμός της από 813 δισ. ευρώ μεταξύ 2007 και 2010 εκτοξεύτηκε, μόνο για το διάστημα Φεβρουαρίου - Δεκεμβρίου, στα 2.261 δισ. ευρώ. Οπως και το 2008, υπήρξε εθνικοποίηση του ρίσκου της αγοράς και κοινωνικοποίηση των ιδιωτικών ζημιών, από όπου οι εταιρείες του χρηματοπιστωτικού τομέα και οι μεγαλομέτοχοί τους κέρδισαν τεράστια ποσά. Μόνο το 2020, ο πλούτος των περίπου 2.200 δισ. του πλανήτη αυξήθηκε κατά 1,9 τρισ. δολάρια.

Για κάποιους ακαδημαϊκούς, οι τεράστιες πιέσεις που βίωσε το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα τον Μάρτιο του 2020 είχαν την απαρχή τους αρκετά νωρίτερα. Η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (ΒΙS), η «Κεντρική Τράπεζα όλων των Κεντρικών Τραπεζών», είχε χτυπήσει καμπανάκι από τον Ιούνιο του 2019 για την εκτόξευση του επιχειρηματικού χρέους, προειδοποιώντας για επιδείνωση της πιστοληπτικής ικανότητας στην αγορά μοχλευμένων δανείων και επισημαίνοντας τη δραματική επέκταση των διασφαλισμένων σε χρέος επενδυτικών προϊόντων CLOs (Εγγυημένες Δανειακές Υποχρεώσεις).               Ο κίνδυνος μιας κατάρρευσης και επανάληψης ενός ντόμινο ανάλογου με αυτό που τροφοδότησαν τα διασφαλισμένα σε στεγαστικά δάνεια επενδυτικά προϊόντα στο κραχ του 2008 ήταν προ των πυλών, σκιάζοντας τους μεγάλους παίκτες της αγοράς και τις κεντρικές τράπεζες του πλανήτη. Η έλλειψη ρευστότητας στην αγορά των repos και το αιφνίδιο άλμα των επιτοκίων τους (από 2,43% έως και 10%) μεταξύ 16 και 17 Σεπτεμβρίου 2019 ήταν το πρώτο επεισόδιο της ελλοχεύουσας κρίσης. Η αμερικανική Fed αντέδρασε άμεσα τότε διοχετεύοντας ρευστότητα ύψους 75 δισ. δολαρίων.                                     Ως το τέλος εκείνης της εβδομάδας είχε διοχετεύσει εκατοντάδες ακόμη δισ. δολάρια προκειμένου να σταθεροποιήσει την αγορά, ενώ συνολικά ώς τον Μάρτιο χρηματοδότησε το τραπεζικό σύστημα, μέσω των προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης, με περισσότερα από 9 τρισ. δολάρια, ποσό πάνω από το 40% του αμερικανικού ΑΕΠ.

Σύμφωνα με τον Ιταλό καθηγητή του Πανεπιστημίου του Κάρντιφ, Fabio Vighi, η παρέμβαση τον Σεπτέμβριο του 2019 ήταν το πρώτο βήμα ενός σχεδίου διάσωσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος, που είχε παρουσιαστεί λίγο νωρίτερα στην καθιερωμένη αυγουστιάτικη συνάντηση των κεντρικών τραπεζιτών του G7 την οποία διοργανώνει η Fed στο Τζάκσον Χόουλ, στο Γουαϊόμινγκ.                                    Το σχέδιο -που είχε εξυφάνει η μεγαλύτερη εταιρεία επενδύσεων του πλανήτη BlackRock- εστίαζε στην απευθείας παροχή μιας τεράστιας ποσότητας ρευστότητας στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα από τις κεντρικές τράπεζες μέσω ενός σχήματος που θα εμπόδιζε τη δημιουργία υπερπληθωρισμού. Εάν τα τρισ. που προσφέρθηκαν στον χρηματοπιστωτικό τομέα περνούσαν στην πραγματική οικονομία, τότε ένα κύμα υπερπληθωρισμού θα σάρωνε τα πάντα αποσταθεροποιώντας το σύμπαν.

Οι συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων έπρεπε να ανασταλούν, η ζήτηση για πιστώσεις να σταματήσει, η οικονομία να παγώσει. Και αυτό επιτεύχθηκε με τα παρατεταμένα λοκντάουν και την πανδημία του κορονοϊού -μια πανδημία στην οποία, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, το 99,8% των μολυσμένων επιβιώνει και οι περισσότεροι εξ αυτών δεν εμφανίζουν κανένα σύμπτωμα.                                               Το κείμενο αποτελεί μέρος της έρευνας που δημοσιεύτηκε στο φύλλο της Παρασκευής 4/3, στο «Θέμα της Εφ.Συν.» για τη μάστιγα του υπερτροφικού χρηματοπιστωτικού τομέα με τίτλο «Ο Λεβιάθαν του χρήματος “καίει” την ανάπτυξη».

Μπάμπης Μιχάλης

efsyn.gr