Σε ζόμπι εξελίσσεται η ελληνική οικονομία...

Σταύρος Λυγερός


Από την εποχή των Μνημονίων, η ελληνική οικονομία ήταν υποχρεωμένη μέχρι το 2022 να παράγει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ και στη συνέχεια, μέχρι το 2060, 2,2%. Η πανδημία ανέστειλε την... 
εκπλήρωση αυτής της ελληνικής υποχρέωσης, όπως και άλλες γενικές δημοσιονομικές υποχρεώσεις όλων των κρατών-μελών. Η "ανάσα" αυτή, ωστόσο, είναι πανάκριβη, αφού τα lockdown έχουν γονατίσει όλες τις ευρωπαϊκές οικονομίες. Αυτό ισχύει περισσότερο για την ελληνική, η οποία είναι ευάλωτη. Οι πόροι από το Ταμείο Ανάκαμψης είναι αναμφίβολα σημαντικοί και υπό προϋποθέσεις μπορούν να λειτουργήσουν ως ευκαιρία. Υπάρχουν, όμως, μεγάλες αμφιβολίες για την ικανότητα της κυβέρνησης και του κράτους ευρύτερα να διοχετεύσει τους πόρους εκεί που πραγματικά θα τροφοδοτήσουν μία αναπτυξιακή δυναμική. Είναι πολύ πιθανό το ενδεχόμενο να διοχετευθούν σε λάθος κατεύθυνση είτε λόγω των οδηγιών της ΕΕ, που είναι προσαρμοσμένες στις γερμανικές εξαγωγικές ανάγκες, είτε λόγω της διαπλοκής με εγχώριους ολιγάρχες. 

Οι δεσμεύσεις, όμως, θα επιστρέψουν όταν η πανδημία θα έχει υποχωρήσει. Και θα βρουν την οικονομία στα γόνατα. Ειδικά τη μικρομεσαία θάλασσα που αποτελεί τον κορμό της ελληνικής κοινωνίας. Μετά τα μαζικά λουκέτα που προκάλεσε η μνημονιακή περίοδος ο κορονοϊός αναμένεται να εξοντώσει και δεκάδες, αν όχι εκατοντάδες χιλιάδων μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ειδικά στους κλάδους της εστίασης και του λιανεμπορίου, οι οποίοι συγκριτικά επλήγησαν περισσότερο. Η έλλειψη ρευστότητας είχε καταντήσει ενδημικό φαινόμενο από τη μνημονιακή εποχή και επιτάθηκε από την αφαίμαξη που είχε επιβάλει η κυβέρνηση Τσίπρα ειδικά στη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα μεταξύ των άλλων και για να χρηματοδοτήσει την επιδοματική πολιτική της προς τα φτωχά στρώματα. Τα lockdown θα είναι η χαριστική βολή για πολλές τέτοιες επιχειρήσεις, αλλά θα μετατρέψει και πολλές ακόμα σε ζόμπι, με την έννοια ότι δεν θα τους αφήσει περιθώρια να ξανασταθούν στα πόδια τους. 

Στο χείλος του γκρεμού 

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΕΕ, το 2019 το 22,2% των Ελλήνων επιβίωνε σε συνθήκες ένδειας. Δεν είναι περίεργο, λοιπόν, που οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των φορολογουμένων προς το δημόσιο αυξάνονταν με υψηλό ρυθμό. Σ' αυτό πρέπει να προσθέσουμε και τις αυξανόμενες ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία και τις τράπεζες. Τα κόκκινα δάνεια έχουν πλέον καταστεί καρκίνος για το τραπεζικό σύστημα. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ένας μεγάλος αριθμός νοικοκυριών και επιχειρήσεων αδυνατεί να ανταποκριθεί στις κάθε είδους υποχρεώσεις τους. Οι κατασχέσεις καταθέσεων σε λογαριασμούς και η δρομολόγηση των πλειστηριασμών ακίνητης περιουσίας ήταν ισχυρότατο μέσο πίεσης προς τους οφειλέτες. Το γεγονός ότι τελικώς πραγματοποιούνταν και κατασχέσεις και πλειστηριασμοί είναι η ατράνταχτη απόδειξη ότι ολοένα και περισσότεροι πολίτες έπεφταν στον γκρεμό και δεν ήταν κακοπληρωτές. Το γεγονός ότι υπάρχουν και τέτοιοι δεν σημαίνει πως θα μετατρέψουμε την εξαίρεση σε κανόνα. Πολλά είναι τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις, λοιπόν, που βρίσκονταν στο χείλος του γκρεμού. Εξαντλούσαν όλα τα περιθώρια για να ανταποκρίνονται με τα δόντια στις υποχρεώσεις τους, αλλά αρκετά δεν τα κατάφερναν. Την ίδια ώρα, μεγάλες υγιείς επιχειρήσεις εγκατέλειπαν την Ελλάδα σε αναζήτηση φτηνότερης χρηματοδότησης, αλλά και για να αποφύγουν τις επιπτώσεις από την αβεβαιότητα, η οποία συνέχιζε να αιωρείται πάνω από την ελληνική οικονομία. Αβεβαιότητα, η οποία λειτουργούσε ως πρόσθετο αντικίνητρο για νέες άμεσες ξένες παραγωγικές επενδύσεις, αλλά και για επιχειρηματικές πρωτοβουλίες από νέους επιστήμονες...  
slpress.gr