Υπερκέρδη για super market με υποβάθμιση ντόπιων προϊόντων

∆ύο παραδείγµατα αποτυπώνουν µε τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο το µεγάλο παιχνίδι της λιανικής στις πλάτες των Ελλήνων αγροτών, το οποίο από τη µία εξασφαλίζει υπερκέρδη µέσω της πώλησης νωπών φρουτολαχανικών όσο οι παραγωγοί «µπαίνουν µέσα», ενώ από την άλλη υποβαθµίζει τεχνηέντως την εικόνα της εγχώριας παραγωγής στα µάτια των καταναλωτών.

Στην περίπτωση του κρεµµυδιού, το οποίο φεύγει από το χωράφι µε τιµή στα 15 λεπτά το κιλό, αυτό φτάνει να πωλείται στο super market µε 60 λεπτά το κιλό. Πρόκειται για µια τιµή λογική για τον απλό πολίτη που δεν θα αγοράσει πάνω από 1 κιλό για εβδοµαδιαία κατανάλωση. Αν αφαιρέσει κανείς τον ΦΠΑ από τα 60 λεπτά, διαµορφώνεται µια τελική τιµή κοντά στα 57 λεπτά το κιλό για το κρεµµύδι. Αν από αυτό το ποσό αφαιρεθούν τα 15 λεπτά που πληρώνεται ο παραγωγός, τα 5 λεπτά που είναι τα έξοδα του συσκευαστηρίου και ακόµα 5 λεπτά που είναι το κέρδος του εµπόρου, τα υπόλοιπα 32 λεπτά διαµορφώνουν µια απόδοση της τάξης του +125% την οποία καρπώνεται το supermarket. Με άλλα λόγια, το κρεµµύδι φεύγοντας από το χωράφι, φτάνει στον καταναλωτή µε µια προσαύξηση της τάξης του 300% (από τα 15 λεπτά µέχρι τα 60), τη στιγµή που ο παραγωγός οριακά αποτυγχάνει να βγάλει τα έξοδα της καλλιέργειας.

Τεχνητή υποβάθµιση της παραγωγής

Η ιστορία της πατάτας είναι διαφορετική, αφού εδώ βάσει του ρεπορτάζ, πέρα από τις υπεραποδόσεις, φαίνεται ότι το παιχνίδι των supermarket και των µεγάλων εµπόρων της λαχαναγοράς που πλέον θα εισέρχονται και στις λαϊκές αγορές µε το νέο νόµο του υπουργείου Ανάπτυξης, περιλαµβάνει «ανακατέµατα» και διαµόρφωση αθέµιτου ανταγωνισµού µέσω της τεχνητής υποβάθµισης της ελληνικής παραγωγής. Εκµεταλλευόµενοι τον αστικό µύθο περί ποιοτικής υπεροχής των δηµοφιλών πατατών Κύπρου, οι οποίες στο ράφι του supermarket πωλούνται µε έως και 1,30 ευρώ το κιλό αυτήν την περίοδο, οι πωλητές της λιανικής, σύµφωνα µε τα όσα ακούγονται στην πιάτσα, «κυπροποιούν» πατάτες από την Ελλάδα, τη Συρία, την Ιορδανία που καλλιεργούνται σε κόκκινα χώµατα και τις οποίες αγοράζουν σε σαφώς χαµηλότερες τιµές. ∆ίπλα από τις πατάτες Κύπρου τοποθετούν και ελληνικές, τις πιο φθηνές στην αγορά, δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας, που δεν είναι καθόλου ελκυστικές στο µάτι, τις οποίες αγοράζουν µε 10 λεπτά και πουλούν µε 50. Όλο αυτό, όσο οι πατάτες – «διαµάντια» της ελληνικής γης υπόκεινται πίεση στην τιµή του παραγωγού και πωλούνται σε µανάβικα µε τιµή από 150% έως και 200% πάνω.

Οι δύο αυτές περιπτώσεις µαρτυρούν τόσο το γεγονός ότι δεν υπάρχει µια σωστή αποτίµηση του κέρδους που µπορεί να έχει ο κάθε κρίκος της αλυσίδας εφοδιασµού, αλλά και µια συστηµατική υποβάθµιση της ελληνικής παραγωγής. Ένα φαινόµενο το οποίο εντείνεται το τελευταίο διάστηµα και τουλάχιστον προς το παρόν δεν φαίνεται ότι οι µηχανισµοί των φιλόδοξων κατά τ’άλλα επικεφαλής στα αρµόδια υπουργεία δεν µπορούν να ελέγξουν, όπως µεταφέρουν στην Agrenda άνθρωποι της αγοράς.       www.agronews.gr