Απαξιώνοντας τη… γραβάτα

Απ’ τις ορατές ανατροπές στην καθημερινότητά μας

Εχουμε την τύχη να ζούμε σε μια χώρα που, όπως λέγεται, δεν πλήττουμε, καθώς όλο και κάτι προκύπτει στην καθημερινότητά μας με τη βραδύτητα ή την ταχύτητα (καθότι μανούλες στη μίμηση) που αλλάζουν τα πράγματα (από τον γάιδαρο στο αεροπλάνο, από το χαμόσπιτο στο διαμέρισμα της πολυκατοικίας, από το κλαρίνο στη χρωματιστή τηλεόραση,
από τη φουστανέλα στο κοστούμι, από το κοστούμι στο ό,τι να ’ναι, από τα εγκλήματα για «λόγους τιμής» στην πλήρη ελευθερία, από την πλαστή ευημερία στην ένδεια…).
Στα εν λόγω, προστέθηκε τελευταία και η γραβάτα (ή λαιμοδέτης ή λαιμαριά, όπως άκουσα να την αποκαλεί συμπατριώτης εξ επαρχίας), με ειρωνικά σχόλια και γελοιογραφίες -όχι μόνο στα ημέτερα εδάφη. Είναι ο πρωθυπουργός, ο οποίος εμφανίζεται σένιος (σκούρο κοστούμι, λευκό πουκάμισο, μαντιλάκι στο τσεπάκι), αλλά χωρίς γραβάτα, που προφανώς δεν έχει φορέσει ποτέ.
Ανετος και συνεπής στις επιλογές του, κατά κάποιους. Ασεβής κι εκζητημένος, κατ' άλλους -ειδικότερα όταν εμφανίζεται ούτω πώς κατά την πρωθυπουργική ορκωμοσία του ή όταν συναντιέται με σημαντικές προσωπικότητες, εδώ και στα ξένα. Κι από κοντά, αρκετοί από τους συνεργάτες του.

Η απαξίωση

Γεγονός ωστόσο είναι ότι η γραβάτα (από τα πιο βολικά δώρα κάποτε, όπως οι ταμπακέρες και οι πίπες, που εξέπεσαν μόλις ενοχοποιήθηκε το κάπνισμα) έχει παραγκωνιστεί εδώ και χρόνια, από τους νέους κυρίως και τους καλλιτέχνες, εκεί που ακόμα και σε διαδηλώσεις του ’60 έβλεπες γραβατοφορεμένους.
Ηταν ωστόσο τότε -και στον τόπο μας- οπότε, λόγω Τσε, γαλλικού Μάη και γενικά επαναστατικών κινημάτων, αγώνων εναντίον κατεστημένων (να βάλω και τη χούντα), άρχισε ν’ απαξιώνεται η γραβάτα και να κυριαρχoύν μπουφάν, φούτερ και τζιν (να προσθέσω και το γένι, αλλά όχι το μουστάκι -στοιχείο ανδρισμού και λεβεντιάς άλλοτε, με τους Κρητικούς ωστόσο, κυρίως, να το διατηρούν, ενώ η προς το σικ αξυρισιά πάει και με γραβάτα).
Να θυμίσω ότι ο ηγέτης της σοσιαλιστικής επανάστασης Λένιν εμφανιζόταν πάντα στις ομιλίες του στους προλετάριους με γραβάτα, και γραβατοφορεμένος κείται ταριχευμένος στο μαυσωλείο της Κόκκινης Πλατείας. Με τη γραβάτα, επιπλέον, να έχει εκτιμηθεί και ως στοιχείο της γυναικείας χειραφέτησης, όπως το παντελόνι και το τσιγάρο.
Και φτάνουμε στις μέρες μας, όπου έχει εκλείψει ακόμα κι από γαμπρούς, ακόμα και στις δεξιώσεις του Προέδρου της Δημοκρατίας –της Πρωτοχρονιάς για τους δημοσιογράφους και της αποκατάστασης της Δημοκρατίας, που κατάργησε (για λόγους λιτότητας και όχι μόνο) ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας, για να επαναφέρει -τη δεύτερη- ο νυν, χωρίς όμως την αναγραφή στην πρόσκληση «ένδυμα βαθύχρωμο».
Και, πλέον, χωρίς συνοδό, καθώς στο παρελθόν η δεξίωση είχε μεταβληθεί εν πολλοίς σ’ ένα είδος πασαρέλας. Παραμένει ωστόσο -η γραβάτα- απαραίτητο ενδυματολογικό εξάρτημα ηγετών και επισήμων, συμπεριλαμβανομένου του νέου πλανητάρχη, ο οποίος προτιμάει (ή λανσάρει) αυτές που ξεπερνάνε σε μήκος τη ζώνη.

Ιστορικό

Ολο και πιο σπάνιο το θέαμα γραβατοφορεμένων, στον δρόμο ή στα μέσα μεταφοράς, εκτός από αυτούς που εργάζονται σε υπηρεσία που το επιβάλλει, ηλικιωμένους που δεν εννοούν ν’ αλλάξουν τις συνήθειές τους, ή σε χώρους πολυτελείας, όπου απαγορεύεται η είσοδος χωρίς γραβάτα ή παπιγιόν.
Το λεγόμενο απλό, ως λέτσικο, ντύσιμο (που δεν σημαίνει ότι είναι -ακόμα και το ξεσκισμένο- φτηνό), καθώς επιβλήθηκε παγκοσμίως, έχει, επιπλέον, ισοπεδώσει ορατά κοινωνικές τάξεις και επισημότητες.
Και μια και καταπιάστηκα με το θέμα, αναζήτησα κάποια στοιχεία σχετικά με την προέλευση της γραβάτας. Παλιά η ιστορία της, καθώς έχει τις καταβολές στους Κροάτες μισθοφόρους του γαλλικού στρατού, τον 17ο αιώνα, οι οποίοι συνήθιζαν να φορούν ένα κομμάτι χρωματιστού υφάσματος, δεμένο στον λαιμό (υποθέτω σαν αυτά που βλέπουμε στους καουμπόηδες), πρόγονο της γραβάτας.
Η λέξη γραβάτα, προσθέτουν τα κιτάπια, προέρχεται από τη γαλλική cravate, που είναι παραφθορά του hravatska (Κροάτης).
Κι ας προσθέσω, κλείνοντας την αναφορά σ’ αυτό το καίριο για την εικόνα και τις διαπραγματεύσεις μας θέμα, την πληροφορία ότι στην Πολωνία υπάρχει «ημέρα χωρίς γραβάτα» - είναι η 2α Ιουνίου, όπου όσοι εργάζονται σε χώρους που πρέπει να φορούν γραβάτα, την ημέρα αυτή την αποβάλλουν. Ολα λοιπόν έχουν την ιστορία και το χάζι τους…

Στο πλαίσιο

Πολλές και ελκυστικές οι μουσικές –κυρίως– εκδηλώσεις την τρέχουσα, και κομμάτι βροχερή, εβδομάδα. Με κορυφαία τη μοναδική, θριαμβική συναυλία (Δευτέρα) με έργα Μίκη Θεοδωράκη, παρόντος και του ιδίου, στο Καλλιμάρμαρο – με τα πλήθη, τις μνήμες, τη συγκίνηση.
Κι από εκεί: Διονύσης Σαββόπουλος (Δευτέρα επίσης) στον «Ιανό» μ’ ένα νέο cd. Μαρία Φαραντούρη (Πέμπτη) στο Ηρώδειο. Ελίζα Μαρέλλι (Παρασκευή) στο Νομισματικό Μουσείο. Σταύρος Κουγιουμτζής στη Θεσσαλονίκη. Ολες παρελθόν, πλην της τελευταίας.
«Βραδιά τιμής αφιερωμένη στον συνθέτη Σταύρο Κουγιουμτζή» (1932-2005) ο τίτλος, απόψε 9.30 στον ιδιαίτερο χώρο της Προβλήτας Α' του λιμανιού της Θεσσαλονίκης, οργανωμένη από το Κέντρο Πολιτισμού της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, με ελεύθερη είσοδο. Με Γιώργο Νταλάρα, Μαρία Κουγιουμτζή, Λιζέτα Καλημέρη, Ανδρέα Καρακότα.
«Είναι τραγικό σ’ αυτόν τον τόπο αυτό που συμβαίνει: να πρέπει να πεθάνει κάποιος για να αποδείξει αφενός ότι ζούσε και ότι όσο ζούσε έκανε θαυμαστά έργα», γράφει ο Μάνος Ελευθερίου στο εκτενές αφιέρωμα του περιοδικού «Μετρονόμος» στον Σταύρο Κουγιουμτζή. Οπου συνεργάτες και φίλοι αναφέρονται στον συνθέτη –υπόδειγμα καλλιτέχνη και ανθρώπου– του οποίου το έργο είναι περισσότερο γνωστό από τον ίδιο.
Αρχαιρεσίες πριν από δύο εβδομάδες στο συνδικαλιστικό μας όργανο (ΕΣΗΕΑ), αλλά ώς τη στιγμή που γράφονται οι γραμμές αυτές δεν έχει συγκροτηθεί σε σώμα.
Και τα ζεματιστά προβλήματα που απασχολούν τον κλάδο αναζητούν επειγόντως λύση. Εχει πλέον καταντήσει απογοητευτική ρουτίνα, σε κάθε εκλογική αναμέτρηση να εξαντλείται σχεδόν το ¼ της θητείας του Δ.Σ. προκειμένου να υπάρξει συμφωνία μεταξύ των εκλεγμένων παρατάξεων.
ΚΑΙ… Ανασφαλείς – έτσι κι αλλιώς. http://www.efsyn.gr